Όλες οι μορφές τέχνης εκφράζουν εκείνα που δεν μπορούν να
«ειπωθούν» με άλλο τρόπο. Το θέατρο
είναι μια πολύ ιδιαίτερη μορφή τέχνης που συμπεριλαμβάνει άλλες. Η ίδια η λέξη
εννοεί το χώρο, τους ανθρώπους τη δράση,
την προετοιμασία, την τεχνική...
Όμως η πιο σημαντική
έννοια που κρύβει είναι αυτή της βιωματικής αποκάλυψης των «μυστηρίων» της
ζωής. Στο
θέατρο καταλύεται ο χρόνος και η απόσταση και μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο
επιτρέπεται η πραγματοποίηση της ανάπτυξης και της αλλαγής. Κι αυτό είναι μια δυνατότητα
που έχει κάθε άνθρωπος που βιώνει τα
πράγματα, είτε εξωτερικά σαν θεατής είτε εσωτερικά σαν ενεργό κομμάτι της
δημιουργικής διαδικασίας.
Η αξία του θεάτρου είναι μεγάλη. Είναι ένα δώρο που
μας δόθηκε σε κάποια στιγμή της ιστορίας της ανθρωπότητας… άραγε γιατί; κι
εμείς τι κάναμε μ’ αυτό το δώρο; αν απαντήσουμε σ’ αυτά ερωτήματα, ίσως
μπορέσουμε να ξαναβάλουμε το θέατρο στο βάθρο εκείνο που του αξίζει να
στέκεται, δίπλα στη Ζωή.
Ψάχνοντας να βρούμε τη φύση του θεάτρου και την ιστορική
στιγμή της εμφάνισής του, αναγκαστικά πρέπει να γυρίσουμε στην αρχή, τότε που
δημιουργήθηκε… Και δημιουργήθηκε με τη μορφή που ξέρουμε, στην αρχαία Ελλάδα.
Όμως οι μορφές εξελίσσονται, και αυτό που γνωρίζουμε σαν αρχαιοελληνικό θέατρο
έχει αλλάξει με την πάροδο των χρόνων, υπηρετώντας τις ανάγκες των διάφορων
εποχών. Ο συμβατικός χώρος, που αποκαλείται αρχαίο ελληνικό θέατρο, με την
ορχήστρα του, δεν είναι τόπος προσποίησης μιας πραγματικότητας, μιας
παραποιημένης αντιγραφής της ζωής ή μιας ρεαλιστικής αντιγραφής της ζωής, αλλά
ο τόπος όπου η ίδια η ζωή βρίσκει πρόσφορο έδαφος και ενσαρκώνει την
«εσωτερική» αλήθεια της, πέρα από περιορισμούς χώρου και χρόνου. Το πνεύμα του
θεάτρου υπήρξε απόλυτα μεταφυσικό από τότε που δημιουργήθηκε η πρώτη μορφή του,
η τραγωδία, γιατί ξεφεύγει από τα ανθρώπινα στενά μέτρα. Εκφράζει μια βαθιά πίστη,
όπως έλεγε ο Νίτσε, για την αθανασία της ψυχής και ακόμα την πίστη για ένα
ιδανικό παρελθόν και ένα ιδανικό μέλλον.
Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, κινήθηκε το θέατρο, αφού έχοντας
ξεπηδήσει από τα μυστήρια, είχε τη δύναμη να δημιουργεί κανάλια επικοινωνίας με
το ιερό. Μ’ αυτήν την έννοια μπορούσε να εξαγνίζει και να ανυψώνει ηθοποιούς
και θεατές το ίδιο. Αυτό είναι το μυστηριακό θέατρο που ξεπήδησε από τα
μυστήρια της Ελευσίνας… ένα μυστήριο και αυτό, που χειρίζεται τους νόμους της
Φύσης και του ανθρώπου, για να τον βοηθήσει στην εξελικτική του
πορεία.
Ο απόηχος αυτού του θεάτρου έχει φτάσει στις μέρες μας
δίνοντάς μας ένα πλαίσιο, το οποίο, παρά τον εκφυλισμό του, μπορεί να βοηθήσει
τον
άνθρωπο στην αυτογνωσία και στην αυτοπραγμάτωσή του. Μπορεί να
τον βοηθήσει στην ψυχική και νοητική του ισορροπία, στη βελτίωση των σχέσεών
του με τους άλλους και με τον κόσμο. Πέρα όμως απ’ όλα τα ευεργετήματα στην
προσωπικότητα και στις ικανότητές της, μπορεί να τον βοηθήσει στην πνευματική
του εξέλιξη, ίσως σε μικρότερο βαθμό αλλά σίγουρα όχι αμελητέο. Όλα εξαρτώνται
από το πώς χρησιμοποιείς ένα εργαλείο και τι κίνητρα υπάρχουν κατά τη χρήση του
στη δράση σου.
Το θέατρο ως μέσο για την πνευματική εξέλιξη του
ανθρώπου.
Κάθε μορφή τέχνης μπορεί να γίνει εργαλείο για την
πνευματική ανέλιξη του ανθρώπου, επειδή σε όλες τις μορφές της ενσαρκώνει την
ανάγκη του ανθρώπου για αρμονία και ισορροπία, εσωτερική και εξωτερική.
Εσωτερικά, ο άνθρωπος χρειάζεται να πετύχει την
εναρμόνιση των 3 κόσμων μέσα του: του σώματος – της ψυχής – του νου.
Εξωτερικά, η εσωτερική εναρμόνιση πυροδοτεί την εξωτερική
αισθητική αρμονία των μορφών της δημιουργίας.
Στο θέατρο, ο ηθοποιός αλλά και ο θεατής χρειάζεται να
βιώνει μια προσωπική εσωτερική ελευθερία, έστω και για λίγη ώρα… «απελευθερώσου
από μέσα σου, ισορρόπησε σαν άνθρωπος για να αποδώσεις στη σκηνή» έλεγε
ο Στανισλάβσκι.
Η θεατρική διδασκαλία (έτσι οριζόταν η παρουσίαση ενός έργου
από παλιά) διαμόρφωνε συνειδήσεις στο αρχαίο θέατρο και παρήγαγε υψηλά
συναισθήματα, που δύσκολα μπορεί κανείς να βιώσει στην καθημερινότητά
του, όπως αυτό του δέους, της συντριβής από τη μοίρα, της λύτρωσης, της
κάθαρσης. Ο άνθρωπος ζούσε τη θρησκευτική του τελετουργία, αποκαθιστούσε την
επαφή του με τους θεούς και ανακάλυπτε τη λειτουργία της συναίσθησης. Η
συναίσθηση είναι μια «μαγική» στιγμή, κατά την οποία το συναίσθημα και ο νους
δένονται, δημιουργούν δυνατούς συντονισμούς εντός του. Εξωτερικά, αυτή η «
μαγική» στιγμή ερχόταν όταν λάμβανε χώρα η συνήχηση, η ταύτιση θεατή και
ηθοποιού, μέσα από την οποία έφτανε σε καταστάσεις κάθαρσης. Για λίγη ώρα ο
θεατής βίωνε σε όλο του το μεγαλείο το πέρασμα από το «εγώ» στο «εμείς» μέσα
από ένα κέντρο. Η ταύτιση του με το δρώμενο οδηγούσε, με έναν μαγικό τρόπο, σε
μια αλλαγή συνείδησης.
Την ίδια στιγμή ο ηθοποιός βίωνε το μυστήριο της
συνειδητοποίησης του ανώτερου εαυτού, που ελέγχει την προσωπικότητα και αλλάζει
τις μάσκες.
Όταν ο άνθρωπος μπορεί να ζει κάτι τέτοιο, παράγει άλλη
ποιότητα ζωής μέσα στο χρόνο και το χώρο, προσανατολισμένη σε ένα κέντρο έξω
από αυτόν, γιατί γνωρίζει με μια άμεση και βιωματική αντίληψη τι συμβαίνει σ’
αυτόν και τους άλλους.
Όλες αυτές οι ιδέες εξασθένησαν στο χρόνο. Αυτό που τώρα
ονομάζουμε θέατρο προσανατολίζεται κυρίως στη διασκέδαση. Είναι ένα
κακέκτυπο τις περισσότερες φορές, που έχει κρατήσει αλλοιωμένες κάποιες μορφές…
από τότε και μέσα στο πέρασμα των χρόνων έχει χαθεί η σκοπιμότητα του. Δεν
υπάρχει η τελετουργία, ούτε και ο μύθος που μπορεί να οδηγήσει τον άνθρωπο στην
αρχή του. Ο πολιτισμός που παράγεται στοχεύει κυρίως στην αισθητική
απόλαυση και όχι στον παλμό, τη μέθεξη της συμμετοχής και την
τελετουργική δύναμη της αρχαιοελληνικής παράστασης.
Το να ξαναπάμε στην αρχή, σημαίνει να αποκαταστήσουμε τις
σκοπιμότητες.
Να αντιληφθούμε τη σύνδεσή του θεάτρου με τα μυστήρια
και την εξαγνιστική δύναμη του Διονύσου.
Το να πάμε στην αρχή, σημαίνει να βρούμε την ισορροπία
ψυχής μας, να τη θεραπεύσουμε και να την εκτινάξουμε στα θεία ύψη, έτσι όπως
ήξεραν να το κάνουν παλιά, τότε που ο θεατρικός, ο ιερός και ο θεραπευτικός
χώρος ήταν ο ίδιος.